- επτάγωνο(ν)
- το семиугольник
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
επτάγωνο — το γεωμετρικό σχήμα με εφτά γωνίες και εφτά πλευρές, το επτάπλευρο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
επτάγωνος — η, ο (AM ἑπτάγωνος, ον) αυτός που έχει επτά γωνίες νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. τὸ επτάγωνο γεωμετρικό σχήμα με επτά πλευρές και επτά γωνίες αρχ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ἑπτάγωνα είδος μουσικών οργάνων … Dictionary of Greek
επταγωνικός — ή, ό (ΑΜ ἑπταγωνικός, ή, όν) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο επτάγωνο … Dictionary of Greek
επτάγωνος — η, ο 1. που έχει εφτά γωνίες. 2. το ουδ. ως ουσ., επτάγωνο (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
επταγωνικός — ή, ό που ανήκει ή αναφέρεται στο επτάγωνο (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)